30.4.08

Η ΑΠΙΣΤΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΜΟΥ


Με αυτό το τίτλο θα έδινα τις σκέψεις που ακολουθούν με αφορμή το Ευαγγέλιο της Κυριακής του Θωμά και θα τον συμπλήρωνα με τον υπότιτλο: «αυτή είναι η καλύτερη εξομολόγησή μου».
Στο ωραιότατο απόσπασμα του Ευαγγελίου του Ιωάννη που ακούμε αρχικά στον Εσπερινό του Πάσχα, γνωστό και ως Εσπερινό της Αγάπης κάνουμε ένα σοβαρό λάθος. Κατευθύνουμε την προσοχή μας στο παρεμπίπτον περιστατικό της απιστίας του Θωμά και πλάθουμε γύρω από αυτή την υπόθεση ανώγια και κατώγια. Δεν την επικεντρώνουμε, καθώς θα ΄πρεπε, στο πρωταρχικό, κυρίαρχο και απόλυτο γεγονός της παρουσίας του Αναστημένου που αλλάζει όλα τα δεδομένα. Ούτε λόγο για τη δωρεά της ειρήνης του στους μαθητές και της χάρης του Πνεύματος του Αγίου, λόγο που δεν παραλείπει να συνοδεύσει με την ευθύνη του σταυρού της αποστολής τους. Ίσως γιατί είμαστε αμάθητοι να σηκώνουμε στον ώμο πραγματικό σταυρό, σταυρό του Χριστού και μαθημένοι να εφευρίσκουμε μικροάλλοθι και «προφάσεις εν αμαρτίαις».
Δεν προσέχουμε ότι εκείνες τις ώρες η απιστία δεν είχε χτυπήσει μόνο την πόρτα της ψυχής του Θωμά, αλλά και των υπόλοιπων δέκα, ακόμα και αυτή του ευρύτερου κύκλου των γύρω από το πρόσωπο του Χριστού ανθρώπων. Ο Σταυρός του και ο θάνατός του που τον ακολούθησε είχε λειτουργήσει καταλυτικά μέσα τους, είχε προκαλέσει κατάρρευση σαν από σεισμό πολλών ρίχτερ, θαρρείς, συθέμελα τις χθεσινές ακόμα διαβεβαιώσεις του ότι σε τρεις μέρες θα αναστηθεί, αλλά και όσα είχαν ζήσει τρία χρόνια κοντά του.
Το πιο σπουδαίο όμως, ίσως και το χειρότερο, είναι ότι δεν προσέχουμε καθόλου εκείνο το, «ότι εώρακάς με πεπίστευκας» με το οποίο ο Χριστός απορρίπτει ουσιαστικά τον τύπο αυτό της πίστης του Θωμά συνακόλουθα και των άλλων δέκα. Όπως επίσης δεν προσέχουμε τη θαυμάσια συνέχεια του λόγου του, «μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» με την οποία εγκαινιάζει μια πίστη άλλης μορφής, μια πίστη που θα κάλυπτε σε λίγο και τους μαθητές και όσους θα τον ακολουθούσαν στο πέρασμα των αιώνων. Για τούτο και δεν καταπιανόμαστε με την πίστη αυτής της μορφής, ούτε και εξετάζουμε που θα τη βρούμε.
Σπεύδω να εξηγήσω τι θέλω να πω. Και αρχίζω από το πρωταρχικό, κυρίαρχο και απόλυτο γεγονός της παρουσίας του Αναστημένου που αλλάζει όλα τα δεδομένα. Και η αλλαγή αυτή φαίνεται καθαρά από εκείνο το: «εωράκαμεν τον Κύριον» με το οποίο «οι άλλοι μαθηταί» πληροφορούν το Θωμά για την συνάντησή τους με τον Αναστάντα Κύριο από την οποία έλειπε αυτός και του μεταφέρουν τη χαρά τους. Και που με όλα κατά βάθος είναι σαν να του λένε, «ξαναπήγε στον τόπο της η καρδιά μας», σαν να τον κοινωνούν με μια τέτοια αίσθηση.
Αλλά, εικόνα και γεύση, κάποιοι θα έλεγαν προτύπωση, όχι μόνο απλή ενημέρωση, των συνταρακτικά δραματικών όσο και θαυμαστών και παράδοξων που θάβρισκαν το Χριστό τους είχε δοθεί. Και ήταν τότε που «ην εναντίος ο άνεμος», κι αυτοί παράδερναν στα ανοιχτά τις λίμνης Γενησαρέτ, «σταδίους πολλούς από γης», σε δεινή θαλασσοταραχή πάνω σ’ ένα καραδότσουφλο πλοιάριο, «βασανιζομένων υπό των κυμάτων».
Και, «τη τέταρτη φυλακή της νυκτός», ένας περίπατος του Χριστού πάνω στ’ αφρισμένα κύματα της γενικής θύελλας στάθηκε αρκετός να κοπάσει τον άνεμο και να γαληνέψει με τη θάλασσα και τη ψυχή τους.
Το ανάλογο στη φυσική του μεγέθυνση τους είχε τώρα συμβεί. Η τρικυμία όμως από το Σταυρό και το θάνατο του Χριστού είχε λειτουργήσει μέσα τους καταλυτικά, είχε επενεργήσει σαν σεισμός τεκτονικός που τα είχε γκρεμίσει όλα. Είχε κάνει να λησμονηθούν όχι μόνο οι πρόσφατες διαβεβαιώσεις του πως θα αναστηθεί, αλλά και όσα θαυμάσια και θαυμαστά είχαν ακούσει και δει κοντά του τρία ολόκληρα χρόνια.
Για τούτο έγκλειστοι σε σπίτι φιλικό «δια τον φόβον των Ιουδαίων» φτάνουν να αρνούνται να πιστέψουν το χαρμόσυνο άγγελμα, «Ανέστη ο Κύριος» που τους κομίζουν ασθμαίνουσες πλην περιχαρείς οι Μυροφόρες, οι «από θέας γυναίκες ευαγγελίστριαι» του Υμνογράφου της Εκκλησίας. Θεωρούν το μέγιστο αυτό άγγελμα παραλήρημα αφελών γυναικών, «εφάνησαν ωσεί λήρος τα ρήματα ταύτα», και δεν τις πιστεύουν, «και ηπίστουν αυταίς».
Αλλά και οι δύο της πορείας προς Εμμαούς που συμπορεύονται τόση ώρα με τον Αναστάντα ανάμεσά τους, φτάνουν να του πετούν κατά πρόσωπο την μαύρη τους απελπισιά πως χάθηκαν όλα πια με Κείνον που, «ημείς δε ηλπίζομεν ότι αυτός εστίν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ».
Αυτά οφείλουμε να τα διαβάζουμε προσεκτικά, σχεδόν σαν να ακούμε να ηχούν στα αυτιά μας, για να πιάνουμε το σφυγμό των πραγμάτων, την ατμόσφαιρα που επικράτησε εκείνες τις δραματικές ώρες στο στενό και ευρύ κύκλο των ανθρώπων του Χριστού. Για να βλέπουμε πόσο «ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα» ήταν όλα. Για να μπορούμε έτσι να βλέπουμε την κατοπινή διαφορά, τουτέστιν για να κατανοούμε το θαύμα της μεγάλης αλλαγής που έγινε την Πεντηκοστή στα ίδια αυτά τα πρόσωπα, για να ομολογούμε με τον Απ. Παύλο ότι «και τούτο –δηλαδή, η πίστη- ουκ εξ ημών, Θεού το δώρον»!
Για να καταλαβαίνουμε και το λάθος που κάνουμε κατευθύνοντας την προσοχή μας στο παρεμπίπτον περιστατικό της απιστίας του Θωμά και μη επικεντρώνοντάς την στο πρωταρχικό, το κυρίαρχο, το απόλυτο γεγονός της παρουσίας του Αναστημένου που αλλάζει όλα τα δεδομένα.
Για να βλέπουμε ότι ο Χριστός δεν απέρριψε ουσιαστικά την απιστία του Θωμά, αλλά τον τύπο της πίστης που ήθελε να εισαγάγει, φυσικά και τον ανάλογο των άλλων. «Ότι εώρακάς με πεπιστευκας», του είπε, η πίστη σου δεν είναι πίστη, είναι απλή φυσική θέα! Και η απλή φυσική θέα δεν είναι παρά κοινή διαπίστωση και αίσθηση μιας παρουσίας. Η πίστη όμως είναι ένα βαθύ βίωμα που κρατάει ολοζώντανη μέσα σου μια παρουσία και στην απουσία της και δεν χάνει ούτε λεπτό τα παρεπόμενά της.
Κα τα παρεπόμενά της είναι η αγάπη και η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο της απουσίας, πράγματα που αποκτούν ιδιαίτερη ως και απόλυτη αξία όταν την απουσία προκάλεσε θύελλα, διωγμός. Η πίστη του Θωμά και των άλλων εκείνη την ώρα ήταν μια πίστη de facto άχρηστη. Είχε νικηθεί από τον πειρασμό του κήπου της Γεθσημανή, αυτόν που υπονοούσε ο Χριστός όταν τους σήκωσε από τον ύπνο και τους είπε: «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν». Δεν ξέρει κανείς αν τον άκουσαν. Τα πράγματα όμως έδειξαν πως βγήκε αληθινή η συνέχεια του λόγου, «το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής»!
Γι’ αυτό και κείνο το: «ότι εώρακάς με πεπίστευκας», που απευθύνει τώρα στο Θωμά δείχνοντας και στους άλλους, είναι και κάτι σαν δικαιολογημένο παράπονο και ευδιάκριτη πικρία. Κάτι σαν εκείνο το, «ούτε μίαν ώραν ουκ ισχύσατε γρηγορήσαι μετ’ εμου»! Είναι όμως ο Χριστός που τα λέει αυτά, αυτός που μπορεί να πηγαίνει και παραπέρα. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Έρχεται μια πίστη άλλης μορφής, αυτή που εγκαινιάζω τώρα, έρχεται η πίστη της δικής μου ευλογίας. Έρχεται η πίστη που θα ενδυναμώσει και σας και όσους δεν θα με έχουν δει στο πέρασμα των αιώνων.
Και εδώ είναι το πιο σπουδαίο που δεν το προσέχουμε, ότι σπέρνει αυτή την πίστη ακριβώς και εκείνη την ώρα στην ψυχή τους. «Ειρήνη υμίν...» τους λέει και προχωρεί: «λάβετε Πνεύμα Άγιον»! Εσείς που κυριολεκτικά έχετε καταρρεύσει, εσείς που στείλατε την πίστη στο πρόσωπό μου περίπατο. Ακριβώς γι’ αυτό! Ιδιαίτερα γι’ αυτό! Ήταν βλέπετε και άνθρωπος ο Χριστός και το ήξερε, δεν τα αντέχει αυτά τα πράγματα η αδυναμία της ανθρώπινης φύσης.
Εκείνο που κρατάει κάποιον πιστό σε πρόσωπα μεγάλης ελπίδας και προσδοκίας είναι η δωρεά της ειρήνης του Χριστού, της χάρης του Πνεύματος του Αγίου. Τουτέστιν η εκπληκτική χωρίς όρους και όρια Αγάπη του Θεού, που αποκαλύφτηκε στο πρόσωπο και στο έργο του Χριστού, αυτή η ανερμήνευτη μεγαλοσύνη της θείας πρωτοβουλίας. Που περιμένει το «ναι» της ελευθερίας της φύσης μας, ένα νεύμα κατάφασης ακόμα και όταν όλα έχουν καταρρεύσει. Ακόμα και όταν έχει βυθιστεί κανείς στα βάραθρα της αμαρτίας. Το διαβεβαιώνει από τον Απόστολο, «ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις»!
Περιμένει να ακούσει από τον όποιο άνθρωπο, «σε εμπιστεύομαι Χριστέ, κι ας μη σε έχω ούτε μια φορά αντικρίσει». Εμπιστεύομαι την απεραντοσύνη της Αγάπης, που εσύ μόνο ξέρεις να δείχνεις. «Έρχου, λοιπόν, Κύριε Ιησού Χριστέ» με τα δώρα της ειρήνης και της χάρης σου στύλωσε και τα παραμελημένα γόνατα της δικής μου απιστίας μεταποιώντας την σε πίστη αληθινή.
Αυτά αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σήμερα που πάει να περάσει η πίστη σαν «γυμναστική του νου», σαν τελικό συμπέρασμα μιας αλυσιδωτής σειράς συλλογισμών. Αυτά αποκτούν ξεχωριστή σημασία σε εποχή μεγάλου κενού και «μεταμοντέρνου χάους». Και είναι τόσο αληθινός ο λόγος του Δανού χριστιανού φιλοσόφου Σαίρεν Κίρκεγκααρτ πως: «ο Θεός δεν είναι μια ιδέα που της αποδείχνουμε, είναι ένα Πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ζούμε».

Για τούτο η πίστη που ζητάει να δει «τύπους των ήλων» ή «να βάλει το δάκτυλο στην πληγή της πλευράς του Χριστού», δεν είναι πίστη αληθινή, δεν είναι χριστιανική πίστη, είναι κοινή αίσθηση, απλή γνώση και εμπειρία. Δεν δέχτηκε την ειρήνη του Χριστού, ούτε τη χάρη του Πνεύματος του Αγίου. Δεν τρέφεται με «Σώμα και Αίμα Χριστού», αλλά με τα ξυλοκέρατα που δεν χόρταιναν την πείνα του ασώτου. Για τούτο και δεν έχει «ζωή και περισσόν ζωής», ζωή με το παραπάνω, ζωή που νικάει το θάνατο. Γι’ αυτό μπορεί να βλέπει να γίνονται μπροστά στα μάτια της θαύματα και να τα αποδίδει, καθώς τότε οι Φαρισαίοι στον «Βεελζεβούλ τον άρχοντα των δαιμονίων».
Η πίστη είναι δωρεά της ειρήνης του Χριστού και της χάρης του Πνεύματος του Αγίου και δεν έχει ανάγκη ούτε να δει ούτε να πιάσει κάτι. Βλέπει διάχυτη την αβυσσαλέα αγάπη του Θεού και το λαλεί και το φωνάζει, «κατενόησα τα έργα Σου και εδόξασά Σου την θεότητα»! Την Τριαδική θεότητα που «Αγάπη εστί»! Για τούτο είναι πίστη ζωντανή και μένει ακλόνητη στην απουσία, ιδιαίτερα αν αυτή την προκάλεσε η όποιας μορφής και έντασης θύελλα ή μπόρα. Και έτσι είναι άξια του υπέροχου μακαρισμού του Κυρίου: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».
Η αλήθεια αυτών φαίνεται καθαρά από την στάση των ίδιων αυτών μαθητών μετά την Πεντηκοστή, από την ανάλογη στάση της χρυσής αλυσίδας των μαρτύρων και των αγίων της Εκκλησίας στους αιώνες των αιώνων. Η χριστιανική πίστη είναι δωρεά της ειρήνης του Χριστού, της χάρης του Πνεύματος του αγίου. Δικός μας μερτικό, η απιστία της πίστης μας από την εκπληκτικά εκφραστική κραυγή του πατέρα του δαιμονιζόμενου νέου: «Πιστεύω Κύριε. Βοήθει μου τη απιστία». Και η ολοκλήρωση έρχεται από την ωραία παράκληση των μαθητών: «Κύριε, πρόσθες ημίν πίστιν»!


Καλό Πάσχα.

Χριστός Ανέστη.

Αληθώς Ανέστη

Ο θάνατος σαν νίκη (Κάλλιστος Ware)


«...Ο Υιός του Θεού υπέφερε «έως θανάτου», όχι για ν' απαλλαγούμε εμείς απ' την οδύνη, αλλά για να είναι η οδύνη μας σαν τη δική του. Ο Χριστός δεν μας προσφέρει ένα δρόμο που παρακάμπτει την οδύνη, αλλά ένα δρόμο μέσα απ' αυτήν• όχι υποκατάσταση, αλλά λυτρωτική συμπόρευση...».

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΝΙΚΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό δεν είναι μια αποτυχία που αποκαταστάθηκε κάπως μετά την Ανάστασή του. Ο ίδιος ο θάνατος πάνω στο Σταυρό είναι μια νίκη. Νίκη τίνος πράγματος; Μόνο μια απάντηση μπορεί να υπάρξει: Η νίκη της οδυνώμενης αγάπης. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη...ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην» (¶σμα Ασμ. 8, 6-7). Ο Σταυρός μας δείχνει μιαν αγάπη που είναι δυνατή σαν το θάνατο, μιαν αγάπη ακόμη πιο δυνατή.
Ο άγ. Ιωάννης κάνει την εισαγωγή της διήγησής του για το Μυστικό Δείπνο και το Πάθος μ' αυτά τα λόγια: «...αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς» (Ιω. 13,1). Το ελληνικό κείμενο λέει εις τέλος, που σημαίνει «ως το τέλος», «ως το έσχατο σημείο». Κι αυτή η λέξη τέλος επαναλαμβάνεται αργότερα στην τελευταία κραυγή του Χριστού πάνω στο Σταυρό: «Τετέλεσται» (Ιω. 19,30). Αυτό πρέπει να εννοηθεί όχι σαν κραυγή αυτοεγκατάλειψης ή απόγνωσης, αλλά σαν κραυγή νίκης: Τελείωσε, κατορθώθηκε, εκπληρώθηκε!
Τι εκπληρώθηκε; Απαντάμε: Το έργο της οδυνώμενης αγάπης, η νίκη της αγάπης πάνω στο μίσος. Ο Ιησούς, ο Θεός μας, αγάπησε τους δικούς του ως το έσχατο σημείο.
Από αγάπη δημιούργησε τον κόσμο, από αγάπη γεννήθηκε σαν άνθρωπος μέσα σ' αυτό τον κόσμο, από αγάπη πήρε πάνω του τη διασπασμένη ανθρώπινη φύση μας και την έκανε δική του.
Από αγάπη ταυτίστηκε μ' όλη μας την απελπισία.
Από αγάπη πρόσφερε τον εαυτό του θυσία, διαλέγοντας στη Γεθσημανή να πάει εκούσια προς το Πάθος του: «...την μου τίθημι υπέρ των προβάτων... ουδείς αίρει αυτήν απ' εμού, αλλ' εγώ τίθημι αυτήν απ' εμαυτού» (Ιω. 10: 15,18).
Ήταν θεληματική αγάπη κι όχι καταναγκασμός αυτό που έφερε τον Ιησού στο θάνατό του. Στην αγωνία του μέσα στον κήπο και στη Σταύρωσή του οι σκοτεινές δυνάμεις του επιτίθενται μ' όλη τους την ορμή, αλλά δεν μπορούν ν' αλλάξουν τη συμπόνια του σε μίσος• δεν μπορούν να εμποδίσουν την αγάπη του να συνεχίσει να είναι η ίδια. Η αγάπη του δοκιμάζεται ως το έσχατο σημείο, αλλά δεν καταπνίγεται. «Το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1,5. Στη νίκη του Χριστού πάνω στο Σταυρό θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τα λόγια που ειπώθηκαν από κάποιο
Ρώσο ιερέα, όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως: «Ο πόνος έχει καταστρέψει τα πάντα. Ένα μόνο πράγμα έχει μείνει σταθερό, η αγάπη» .
Ο Σταυρός σαν νίκη μας θέτει το παράδοξο της παντοδυναμίας της αγάπης. Ο Dostoevsky πλησιάζει την αληθινή έννοια της νίκης του Χριστού με μερικά λόγια, που βάζει στο στόμα του στάρετς Ζωσιμά:
Μπροστά σε μερικές σκέψεις ο άνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ιδίως μπροστά στη θέα της ανθρώπινης αμαρτίας, και αναρωτιέται αν θα την πολεμήσει με βία ή με ταπεινή αγάπη.
Πάντα ν' αποφασίζεις: «Θα την πολεμήσω με ταπεινή αγάπη» . Αν αποφασίσεις πάνω σ' αυτό μια για πάντα, μπορείς να κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη: είναι το πιο δυνατό απ' όλα τα πράγματα και δεν υπάρχει τίποτε άλλο σαν κι αυτή.
Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη• όποτε θυσιάζουμε κάτι ή υποφέρουμε όχι μ' αίσθηση επαναστατικής πίκρας, αλλά με τη θέλησή μας και από αγάπη, αυτό μας κάνει πιο δυνατούς κι όχι πιο αδύνατους. Αυτό σημαίνει προπάντων στην περίπτωση του Ιησού Χριστού. «Η αδυναμία του ήταν από δύναμη», λέει ο άγ. Αυγουστίνος. Η δύναμη του Θεού φαίνεται όχι τόσο πολύ μέσα στη δημιουργία του κόσμου ή μέσα στα θαύματά του, όσο στο γεγονός ότι από αγάπη ο Θεός «εκένωσεν εαυτόν» (Φιλ. 2,7), πρόσφερε τον εαυτό του, με γενναιόδωρη αυτοδιάθεση, με τη δική του ελεύθερη εκλογή συγκατανεύοντας να υποφέρει και να πεθάνει. Κι αυτό το άδειασμα του εαυτού είναι συνάμα μία πλήρωση: η κένωση είναι πλήρωση. Ο Θεός δεν είναι ποτέ τόσο δυνατός, όσο όταν βρίσκεται στην έσχατη αδυναμία.
Η αγάπη και το μίσος δεν είναι απλώς υποκειμενικά συναισθήματα που επηρεάζουν το εσωτερικό σύμπαν αυτών που τα αισθάνονται, αλλά είναι και αντικειμενικές δυνάμεις που αλλάζουν τον κόσμο έξω από μας. Αγαπώντας ή μισώντας τον άλλο, τον κάνω, ως ένα σημείο, να γίνει αυτό που εγώ βλέπω μέσα του. Όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τις ζωές όλων γύρω μου, η αγάπη μου είναι δημιουργική, έτσι όπως το μίσος μου είναι καταστροφικό. Κι αν αυτό αληθεύει για τη δική μου αγάπη, αληθεύει σε ασύγκριτα μεγαλύτερη έκταση για την αγάπη του Χριστού.
Η νίκη της γεμάτης πόνο αγάπης του πάνω στο Σταυρό δεν είναι απλώς ένα παράδειγμα για μένα που μου δείχνει τι θα μπορούσα να πετύχω εγώ ο ίδιος αν μπορούσα να τον μιμηθώ με τις δικές μου δυνάμεις. Πολύ περισσότερο απ' αυτό, η πονεμένη του αγάπη έχει πάνω μου ένα δημιουργικό αποτέλεσμα, μεταμορφώνοντας την καρδιά μου και τη θέλησή μου, ελευθερώνοντάς με από τα δεσμά, ολοκληρώνοντάς με, κάνοντας δυνατό για μένα ν' αγαπώ μ' ένα τρόπο που θα ήταν τελείως περ' από τις δυνάμεις μου, αν πρώτα δεν ειχ' αγαπηθεί απ' αυτόν. Γιατί μέσα στην αγάπη ταυτίστηκε μαζί μου• και η νίκη του είναι νίκη μου. Κι έτσι ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό είναι πράγματι, όπως τον περιγράφει η Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ένας «ζωοποιός θάνατος».
Επομένως η οδύνη του Χριστού και ο θάνατος έχουν αντικειμενική αξία• έκανε για μας κάτι που θα ήμασταν τελείως ανίκανοι να κάνουμε δίχως αυτόν. Ταυτόχρονα δεν θα έπρεπε να λέμε ότι ο Χριστός υπέφερε «αντί για μας», αλλ' ότι υπέφερε για χάρη μα ς. Ο Υιός του Θεού υπέφερε «έως θανάτου», όχι για ν' απαλλαγούμε εμείς απ' την οδύνη, αλλά για να είναι η οδύνη μας σαν τη δική του. Ο Χριστός δεν μας προσφέρει ένα δρόμο που παρακάμπτει την οδύνη, αλλά ένα δρόμο μέσα απ' αυτήν• όχι υποκατάσταση, αλλά λυτρωτική συμπόρευση.
Αυτή είναι η αξία του Σταυρού του Χριστού για μας. Αν τη συνδέσουμε με την Ενσάρκωση και τη Μεταμόρφωση που προηγήθηκε, και με την Ανάσταση που την ακολουθεί -γιατί όλ' αυτά είναι αχώριστα μέρη μιας μοναδικής πράξης ή «δράματος»- η Σταύρωση πρέπει να κατανοηθεί σαν ύψιστη και τέλεια νίκη, θυσία και πρότυπο. Και σε κάθε περίπτωση η νίκη, η θυσία και το πρότυπο είναι της αγάπης που πάσχει.
Έτσι βλέπουμε το Σταυρό:
την τέλεια νίκη της ταπείνωσης που ξέρει ν' αγαπάει πάνω στο μίσος και το φόβο•
την τελεία θυσία ή την εκούσια αυτοπροσφορά της συμπόνιας που ξέρει ν'αγαπάει•
το τέλειο πρότυπο της δημιουργικής δύναμης της αγάπης.
Με τα λόγια της Julian του Norwich:
Θα’ θελες να μάθεις το νόημα του Κυρίου σου πάνω σ' αυτό το πράγμα; Μάθε το καλά: Η αγάπη ήταν το νόημά του. Ποιος στο έδειξε; Η αγάπη. Τι σου έδειξε εκείνος; Αγάπη. Γιατί στο έδειξε; Από αγάπη. Κρατήσου απ' αυτό και θα μάθεις περισσότερα. Αλλά ποτέ δεν θα ξέρεις ούτε θα μάθεις μέσα σ' αυτό τίποτ' άλλο.
Τότε είπε ο καλός μας Κύριος Ιησούς Χριστός: Είσαι ευχαριστημένος που υπέφερα για σένα; Είπα: Ναι, Κύριέ μου, σ' ευχαριστώ• ναι, Κύριέ μου, ας είσαι ευλογημένος. Τότε είπε ο Ιησούς, ο Κύριος: Αν εσύ είσαι ευχαριστημένος, είμαι κι εγώ ευχαριστημένος: είναι μια χαρά, μια ευδαιμονία, μια ατέλειωτη ικανοποίηση για μένα το ότι κάτι υπέφερα για σένα• κι αν μπορούσα να υποφέρω περισσότερο, θα υπέφερα περισσότερο.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ 2008

ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ).
Όρθρος-Θεία Λειτουργία – Λιτάνευσις των Βαΐων. Ώρα:7.00-10.30 Το Πρωί.
Ακολουθία του Νυμφίου.(Όρθρος Μ.Δευτέρας).Ώρα:7.30-9.00 Το Απόγευμα.

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΠΑΓΚΑΛΟΥ).
Ώρες -Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.00-9.30 Το Πρωί.
Ακολουθία του Νυμφίου. (Όρθρος Μ.Τρίτης).Ώρα:7.30-9.00 Το Απόγευμα.

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ 22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΤΩΝ 10 ΠΑΡΘΕΝΩΝ, ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ).
Ώρες -Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.00-9.30 Το Πρωί.
Ακολουθία του Νυμφίου.(Όρθρος Μ.Τετάρτης).Ώρα:7.30-9.00 Το Απόγευμα.

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ 23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΤΗΣ ΑΛΕΙΨΑΣΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ).
Ώρες -Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.30-9.30 Το Πρωί.
Μυστήριο Ιερού Ευχελαίου. Ώρα:5.00-6.00 Το Απόγευμα.
Ακολουθία του Νιπτήρος.(Όρθρος Μ.Πέμπτης). Ώρα:7.30-9.15 Το Απόγευμα.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ 24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ).
Εσπερινός και Θεία Λειτουργία του Μ .Βασιλείου. Ώρα:7.00-8.30 Το Πρωί.
Ακολουθία των Θείων Παθών. Ώρα:7.00-11.00 Το Απόγευμα.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 25 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΤΑ ΑΓΙΑ ΠΑΘΗ).
Μ. Βασιλικές Ώρες-Εσπερινός- Αποκαθηλώσεως. Ώρα:8.30-12.00 Το Πρωί.
Ακολουθία του Επιταφίου.(Όρθρος Μ.Σαββάτου)Ώρα:7.30-9.30Το Απόγευμα.

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 26 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
Όρθρος-Θεία Λειτουργία του Μ .Βασιλείου. Ώρα:7.00-9.00 Το Πρωί.
Ακολουθία της Αναστάσεως Όρθρος- Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία. Ώρα:11.00-1.30 Τη Νύχτα.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ 27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
Εσπερινός της Αγάπης. Ώρα: 6.00-7.00.Το Απόγευμα. Το Ευαγγέλιο θα διαβασθεί στα Ιταλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά και Λατινικά.

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΙΣΗΜΟΥ 28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΥ)
Όρθρος-Θεία Λειτουργία.Ώρα:7.00-10.00 Το Πρωί.Πανηγυρικός Εσπερινός των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, αρτοκλασία και θείο κήρυγμα. Ώρα: 6.00-7.00 Το Απόγευμα.

ΤΡΙΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΙΣΗΜΟΥ 29 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2008
(ΑΓΙΩΝ ΡΑΦΑΗΛ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΣ).
Πανηγυρικός Όρθρος –Θεία Λειτουργία. Ώρα: 7.00-10.00 Το Πρωί.
Μεθεόρτιος Εσπερινός των Αγίων-Λιτανεία. Ώρα: 6.00-7.00 Το Απόγευμα.

ΠΕΜΠΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΙΣΗΜΟΥ 1 ΜΑΙΟΥ 2008
Όρθρος-Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.00-10.00 Το Πρωί.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΙΣΗΜΟΥ 2 ΜΑΙΟΥ 2008
(ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ).
Όρθρος-Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.00-10.00 Το Πρωί.

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΙΣΗΜΟΥ 3 ΜΑΙΟΥ 2008
Όρθρος-Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.00-09.30 Το Πρωί.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ 4 ΜΑΙΟΥ 2008
(ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ).
Όρθρος-Θεία Λειτουργία. Ώρα:7.00-10.30 Το Πρωί.